Στα τέλη της δεκαετίας του '70, έκαναν την εμφάνισή τους τα πρώτα βίντεο στην καθημερινότητά μας. Καθώς προχωρούσε η δεκαετία του '80, οι πλουσιότεροι άνθρωποι ξεκίνησαν να αποκτούν βίντεο συνοδευόμενα από έγχρωμες τηλεοράσεις, μια νέα εξέλιξη της εποχής. Η περίοδος από το 1985 έως το 1989, με την εμφάνιση της ιδιωτικής τηλεόρασης, σηματοδότησε την υψηλή ζήτηση για βιντεοκασέτες. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, τα Video Club έφτασαν σε περίπου 4.000 καταστήματα σε όλη την Ελλάδα.
Λίγο αργότερα, το 1983, η ταινία "Ο Δράκος, Το Πρόσωπο της Ημέρας" του Κώστα Καραγιάννη με πρωταγωνιστή τον Βλάσση Μπονάτσο, κάνει πρεμιέρα στο κινηματογράφο "Rex 1". Ωστόσο, η ταινία υποβλήθηκε σε συνοπτική διαδικασία λογοκρισίας και την επέμβαση της αστυνομίας, με αποτέλεσμα να απαγορευτεί η προβολή της. Αυτή η κατάσταση προκάλεσε αντιδράσεις, με την κοινότητα να αντιδρά εντονότατα, μεταξύ άλλων με την αφαίρεση των διαφημιστικών αφισών της ταινίας. Η Μελίνα Μερκούρη ήταν υπουργός πολιτισμού της εποχής. Η ταινία ξανακυκλοφόρησε αργότερα, υπό νέο τίτλο και με λογοκρισία, χωρίς να προσελκύσει πολύ μεγάλη προσοχή. Ωστόσο, κυκλοφόρησε ανεμπόδιστα σε μορφή βιντεοκασέτας.
Ένα από τα κύρια κίνητρα που έκαναν πολλούς να αγαπήσουν τα βίντεο ήταν η δυνατότητα να παρακολουθούν ταινίες που δεν θα μπορούσαν ποτέ να δουν στον κινηματογράφο με την έγκριση των γονιών τους. Εκτός από το γεγονός ότι πολλές από αυτές δεν θα επιτρέπονταν, υπήρχε και η περιορισμένη είσοδος λόγω ηλικίας για τους νεότερους. Ταινίες όπως οι περίφημες "Κουνγκ Φου" και "Νίντζα" ανήκαν στο είδος των πολεμικών τεχνών και ήταν ευρέως γνωστές ως "καράτε". Τα βίντεο επέτρεπαν στους ανήλικους να παρακολουθήσουν ό,τι επιθυμούσαν χωρίς κανέναν περιορισμό. Αν κάποιος δεν μπορούσε να πάρει κάποια ταινία, οι γονείς του θα την νοίκιαζαν γι' αυτόν, όπως ήταν η περίπτωση με ταινίες όπως "Ράμπο", "Terminator", "Τα Τσακάλια", αλλά και ταινίες τρόμου και με ζόμπι. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι οι ταινίες "Ροζ Πάνθηρας" και "Το Φανταστικό Νησί του Δρ. Ντακ" δεν αντιμετώπισαν κανένα πρόβλημα!
Στην Ελλάδα, οι ξένες βιντεοταινίες έφθαναν από το εξωτερικό χωρίς να υποστούν λογοκρισία. Ιδιαίτερα, οι ταινίες τρόμου, που αποτελούσαν αμφιλεγόμενο θέμα σε άλλες χώρες, όπως στην Αγγλία κατά τη διάρκεια της θητείας της Θάτσερ, όπου απαγορεύτηκαν 72 ταινίες του είδους, γνωστές ως Video Nasties, σύμφωνα με νόμο που είχε εγκριθεί. Το Video έφερε τον κινηματογράφο στο ελληνικό σπίτι ως το πρώτο μέσο, χωρίς να υποβληθεί σε λογοκρισία.
Η ανταπόκριση προς το βίντεο και η ενοικίαση βιντεοκασετών είχαν σημαντικό αντίκτυπο στην Ελλάδα, δημιουργώντας την ανάγκη για το περιοδικό "Ο Κόσμος του Βίντεο", που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Λυμπέρη. Το περιοδικό πρωτοεμφανίστηκε στα τέλη του 1983 και αρχές του 1984, με το τελευταίο τεύχος να κυκλοφορεί τον Σεπτέμβριο του 1991. Σε αυτό διαφημίζονταν οι πρώτες εταιρίες video, όπως η High Tech των Μανιάτηδων, που άφησαν εποχή.
Τον τέλος του 1983 και την αρχή του 1984, ιδρύθηκε η εταιρία High-Tech. Οι δημιουργικοί και επιχειρηματικοί Μανιάτιδες (πατέρας Αντώνης και γιος) επικοινώνησαν με τις εταιρίες διανομής ελληνικών ταινιών εκείνης της περιόδου (1980-85, όπου οι ελληνικές ψυχαγωγικές ταινίες παραμέναν κινηματογραφικές και όχι βίντεο) όπως οι Καραγιάννης, Λεφάκης, η Σπέντζος Φιλμ κ.ά., και κυκλοφόρησαν όλες αυτές τις ταινίες σε βιντεοκασέτες.
Οι ταινίες που είχαν ήδη κάνει επιτυχία στα σινεμά, όπως "Βασικά Καλησπέρα", "Καμικάζι, Αγάπη Μου" με τον Στάθη Ψάλτη, "Τα Τσακάλια" με τον Πάνο Μιχαλόπουλο, "Χούλιγκανς", "Φυλακές Ανηλίκων", "Ρόδα, Τσάντα και Κοπάνα", ανάμεσα σε πολλές άλλες, έλαβαν μια νέα ευκαιρία στην πλατφόρμα του Video. Με αυτόν τον τρόπο, η High-Tech εισήγαγε τις πιο επιτυχημένες ελληνικές ταινίες της δεκαετίας του '80 στον κόσμο των βίντεο.
Τον Φεβρουάριο του 1985, στην διάσημη καφετέρια "Μαρονίτα", όπου σύχναζε ο προπονητής Νίκος Αλέφαντος, εκδηλώθηκε μια ενδιαφέρουσα συζήτηση. Ένας παραγωγός ταινιών, ο Κερυραίος Νίκος Γουδέβενος, ο οποίος συνεργαζόταν με την Video City International για τη διανομή ξένων ταινιών, βρέθηκε εκεί μαζί με τον σκηνοθέτη Κώστα Μπακοδήμο και τον ηθοποιό της εποχής, Παναγιώτη Σουπιάδη. Η συζήτηση, έκρυβε μια φαεινή ιδέα: γιατί να μην δημιουργήσουν μια ταινία απευθείας σε βίντεο, χρησιμοποιώντας βιντεοκάμερα αντί για φιλμ, με σημαντικά μικρότερο κόστος; Ο Γουδέβενος, παρατηρώντας την στροφή του κοινού προς το βίντεο και την αναγνώριση ότι οι αίθουσες παρακμάζουν, πρόβλεψε μια νέα κατεύθυνση για τον κινηματογραφικό κόσμο.