Με τον θίασο , ο Θόδωρος Αγγελόπουλος καταφέρνει να φτιάξει έναν επικό, έντονα λυρικό , κινηματογράφο, που αντλεί από την αρχαία τραγωδία και τον Μπρεχτ αλλά και από λαϊκα είδη, όπως ο Καραγκιόζης , και βέβαια από ολόκληρο το σύγχρονο κινηματογράφο, χρησιμοποιώντας ένα στιλ που συνδυάζει με εκπληκτική άνεση το τραγούδι με τον εσωτερικό μονόλογο, τη δράση με την αποδραματοποίηση , το τραγικό με το κωμικό, την ποίηση με τον πεζό λόγο.
Η παραγωγή της ταινίας είναι του Έλληνα εφοπλιστή Γιώργου Παπαλιού. Η ταινία αρχίζει το 1952, χρονιά που την εξουσία πήρε η Δεξιά και , μέσα από διάφορα φλας μπακ ανατρέχει , άλλοτε πίσω και άλλοτε μπροστά, ως την εποχή της μεταξικής δικτατορίας, δίνοντάς μας τη φιλμική εικόνα της Ελλάδας και της ιστορίας της στην περίοδο 1939-1952, μέσα από την περιπλάνηση ενός μπουλουκιού ηθοποιών , που ανεβάζουν στην ελληνική επαρχία το γνωστό λαικό κωμειδύλλιο του Περεσιάδη, «Γκόλφω» . Με άλλα λόγια, ένα ταξίδι μέσα από τον χρόνο , όπου οι προσωπικές μνήμες δένονται με τη συλλογική μνήμη του λαού σε μια από της δύσκολες περιόδους της Ιστορίας του .
Στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης η ταινία κερδίζει έξι βραβεία (αναμεσά τους και καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας και σεναρίου), ενώ στο Φεστιβάλ των Καννών εντυπωσιάζει κοινό και κριτικούς , κερδίζοντας το βραβείο της Διεθνούς Κριτικής - FIPRESCI. Στην Ελλάδα Ο «Θίασος» είναι η πρώτη ταινία του νέου ελληνικού κινηματογράφου που σημειώνει μεγάλη εμπορική επιτυχία (κόβει σχεδόν 200, 000 εισiτήρια στην πρώτη προβολή της στην Αθήνα, παίρνοντας τη θέση της δεύτερης πιο εμπορικής ελληνικής ταινίας της χρονιάς).