«Είχαμε συναντηθεί αρκετές φορές σε δουλειές, αλλά πριν από εκείνο το γύρισμα ήταν σαν να μην είχαμε ιδωθεί ποτέ πιο πριν. Λες και πρωτοσυναντηθήκαμε εκεί, το 67», είπε αργότερα ο Κώστας Καζάκος.
Το “κακό” έγινε σε μια παρτίδα τάβλι εν αναμονή γυρίσματος μιας σκηνής στα Ίσθμια που εμπόδιζε διερχόμενο πλοίο. Η μανιακή ταβλαρόδος, Τζένη Καρέζη παρέσυρε τον ένστολο για τις ανάγκες της ταινίας, Κώστα Καζάκο κάτω από μια ελιά σε μια παρτίδα που “κράτησε είκοσι έξι χρόνια”.
Η ταινία δεν ήταν παρά το γνωστό, “Κοντσέρτο για πολυβόλα” μια φιλόδοξη παραγωγή της Φίνος Φιλμ, κινηματογραφικό πρελούδιο της επερχόμενης δικτατορίας.
Το σενάριο του Νίκου Φώσκολου αποτέλεσε το πρόπλασμα του περίφημου, “Άγνωστου πολέμου” που καθήλωσε τους πρώτους Έλληνες τηλεθεατές στις αρχές του ’70. Η σκηνοθεσία ανήκε στον Ντίνο Δημόπουλο και χάρις στην επιμονή του ο Κώστας Καζάκος μπήκε από την “πίσω πόρτα” ως συμπρωταγωνιστής της Τζένης, παρά τις αρχικές αντιρρήσεις του Φίνου.
Πάνω σε μια παρτίδα τάβλι, αυτή τη φορά με τον Ντίνο Δημόπουλο, η Καρέζη εξομολογήθηκε με χιούμορ και διάθεση αυτοσαρκασμού το ξαφνικό καρδιοχτύπι της για τον Καζάκο. Υπό το βάρος των πολιτικών γεγονότων που προμήνυαν καθαρά το επί θύραις στρατιωτικό πραξικόπημα είπε επί λέξει:
Μου φαίνεται πως την πάτησα, έμπλεξα μ’ έναν από δαύτους, αυτούς ντε, τους χουντικούς. Με τα λόγια αυτά έδειξε τον ένστολο συμπρωταγωνιστή της που λίγο πιο εκεί πετούσε πέτρες στον Ισθμό, χαριτολογώντας φυσικά.
Η ταινία απέσπασε δύο κρατικά βραβεία από την Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου: Βραβείο Σεναρίου για τον Νίκο Φώσκολο και Βραβείο Ερμηνείας για τον Κώστα Καζάκο. Η ταινία έχει αποκατασταθεί ψηφιακά σε HD και είναι διαθέσιμη από την Φίνος Φιλμ.